Ἐγὼ τώρα ἐξαπλώνω ἰσχυρὰν δεξιὰν καὶ τὴν ἄτιμον σφίγγω πλεξίδα τῶν τυράννων δολιοφρόνων . . . . καίω τῆς δεισιδαιμονίας τὸ βαρὺ βάκτρον. [Ἀν. Κάλβος]


******************************************************
****************************************************************************************************************************************
****************************************************************************************************************************************

ΑΙΘΗΡ ΜΕΝ ΨΥΧΑΣ ΥΠΕΔΕΞΑΤΟ… 810 σελίδες, μεγέθους Α4.

ΑΙΘΗΡ ΜΕΝ ΨΥΧΑΣ ΥΠΕΔΕΞΑΤΟ… 810 σελίδες, μεγέθους Α4.
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

****************************************************************************************************************************************

TO SALUTO LA ROMANA

TO SALUTO  LA ROMANA
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
****************************************************************************************************************************************

ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ ΤΩΝ ΓΙΓΑΝΤΩΝ

ΕΥΡΗΜΑ ΥΨΗΛΗΣ ΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΣΟΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΜΕΛΕΤΗΝ ΤΗΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑΣ ΟΣΟΝ ΚΑΙ ΔΙΑ ΜΙΑΝ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΘΕΜΕΛΙΩΣΙΝ ΤΗΣ ΙΔΕΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΚΑΤΑΚΛΥΣΜΙΑΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΙ Η ΑΝΕΥΡΕΣΙΣ ΤΟΥ ΜΟΜΜΙΟΠΟΙΗΜΕΝΟΥ ΓΙΓΑΝΤΙΑΙΟΥ ΔΑΚΤΥΛΟΥ! ΙΔΕ:
Οι γίγαντες της Αιγύπτου – Ανήκε κάποτε το δάχτυλο αυτό σε ένα «μυθικό» γίγαντα
=============================================

.

.
κλικ στην εικόνα

.

.
κλικ στην εικόνα

.

.
κλικ στην εικόνα

29 Αυγούστου 2013

Β. Βιλιάρδος - Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ


Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ: Η κρίση χρέους της Ευρωζώνης αναζωπυρώνεται - ενώ, εάν τυχόν καταρρεύσει η Ιταλία, με δεδομένο το ότι είναι αδύνατον να διασωθεί από τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς λόγω μεγέθους, ο κίνδυνος διάσπασης της ζώνης του ευρώ είναι πολύ μεγάλος

Στις αρχές του καλοκαιριού η τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα της Ιταλίας, η Mediobanca, προειδοποίησε μυστικά τους πελάτες τηςαναφέροντας ότι, η χώρα θα χρειαστεί ενδεχομένως να διασωθεί - πιθανότατα από τους μηχανισμούς στήριξης της Ευρωζώνης (Τρόικα), εντός των επομένων έξι μηνών.

Ο κίνδυνος αυτός θα ήταν ακόμη πιο πιθανός, εάν αυξανόταν το κόστος χρηματοδότησης της Ιταλίας - το οποίο ουσιαστικά διατηρείται τεχνητά σε χαμηλά επίπεδα από την ΕΚΤ, με τη μέθοδο της αγοράς σημαντικών ποσοτήτων ιταλικών ομολόγων, από τη δευτερογενή διαπραγμάτευση. Μεταξύ άλλων, στην προειδοποίηση της τράπεζας αναφερόταν ότι, περί τις 160 μεγάλες ιταλικές επιχειρήσεις παρουσιάζουν υπερβολικά αυξημένα προβλήματα χρηματοδότησης και ρευστότητας.

Περαιτέρω, το δημόσιο χρέος της Ιταλίας, ύψους περί τα 2,1 τρις €, είναι το τρίτο μεγαλύτερο παγκοσμίως - μετά τιςΗ.Π.Α. και την Ιαπωνία (το χρέος των Η.Π.Α. θα ξεπεράσει τα 17 τρις $ τον Οκτώβριο ενώ, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, θα αντιμετωπισθεί πιθανότατα με τη διεξαγωγή πολέμων σε πολλές διαφορετικές περιοχές του πλανήτη – με στόχο την κλοπή ενεργειακών αποθεμάτων, κεφαλαίων κλπ.).

Μέχρι στιγμής, αυτό που διατηρούσε προστατευμένη την Ιταλία, ήταν το χαμηλό ιδιωτικό χρέος - ειδικά αυτό των νοικοκυριών, τα οποία διαθέτουν πολλαπλάσια περιουσιακά στοιχεία, σε σχέση με το χρέος της πατρίδας τους (δεν χρεοκοπούν ποτέ τα κράτη, αλλά οι πολίτες τους). Η αύξηση όμως του δημοσίου χρέους (περί το 130% του ΑΕΠ), σε συνδυασμό με τη μείωση του ρυθμού ανάπτυξης (ύφεση), αντέστρεψε σε μεγάλο βαθμό τα δεδομένα - πόσο μάλλον όταν η πτώση της βιομηχανικής παραγωγής ξεπέρασε το 25% τα τελευταία δέκα χρόνια.


Εν τούτοις, τα προβλήματα της Ιταλίας δεν αφορούν μόνο το εσωτερικό της - παρά το ότι η κατάσταση επιδεινώνεται και από τις πολιτικές εξελίξεις, οι οποίες αποσταθεροποιούν ακόμη περισσότερο τη χώρα. Σε σημαντικό βαθμό, η τύχη της Ιταλίας κρίνεται στο εξωτερικό - αφού εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις οικονομικές εξελίξεις τόσο στην Αργεντινή, όσο και στη Σλοβενία, όπου οι ιταλικές τράπεζες είναι εκτεθειμένες με μεγάλα δάνεια.

Ειδικότερα, η Σλοβενία πλήττεται από μία τραπεζική κρίση άνευ προηγουμένου - αφού τα κόκκινα δάνεια στους ισολογισμούς των τραπεζών της υπολογίζονται στα 7,5 δις €, από 1,2 δις € που ήταν λίγους μήνες προηγουμένως. Με το ΑΕΠ της χώρας στα 35 δις € περίπου, το ποσόν που απαιτείται για τη διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι της τάξης του 20-25% του ΑΕΠ - σχεδόν το διπλάσιο δηλαδή συγκριτικά, από αυτό που διατέθηκε για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών.

Εκτός αυτού, οι περισσότερες τράπεζες της Σλοβενίας είχαν ζημίες το πρώτο εξάμηνο του 2013 - με τις θυγατρικές της ιταλικής Unicredit, καθώς επίσης της αυστριακής Hypo Alpe Adρια να μην μένουν ανεπηρέαστες από τη γενικότερη κατάσταση(για παράδειγμα, η θυγατρική της Unicredit έχει στο χαρτοφυλάκιο της ομόλογα του δημοσίου της Σλοβενίας, αξίας περί τα 580 εκ. € - πηγή).

Από την άλλη πλευρά, η κατάσταση στην Αργεντινή δεν είναι καλύτερη - πόσο μάλλον αφού πρόσφατα δικαστήριο της Ν. Υόρκης αποφάσισε ότι, η χώρα θα πρέπει να αντιμετωπίζει με ίσους όρους τους δανειστές της (πηγή). Το γεγονός αυτό σημαίνει πως η Αργεντινή θα πρέπει να εξοφλήσει τους κατόχους ομολόγων, οι οποίοι δεν είχαν δηλώσει τη συμμετοχή τους στη διαγραφή χρέους (haircut) πριν από περίπου 12 έτη, στο 100% - κάτι που ίσως θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπ' όψιν από την ελληνική κυβέρνηση, η οποία συμπεριφέρθηκε ανάλογα σε ορισμένες περιπτώσεις ομολογιούχων του δημοσίου.

Η πιθανότητα τώρα να χρεοκοπήσει ξανά η Αργεντινή (μία ομάδα επενδυτικών κεφαλαίων έχει στην κατοχή της ομόλογα αξίας 1,4 δις $, τα οποία πρέπει να εξοφλήσει η χώρα), ειδικά εάν δεν ευοδωθεί η έφεση που κατέθεσε στο ανώτατο δικαστήριο των Η.Π.Α., δεν είναι καθόλου αμελητέα - γεγονός που δεν είναι καθόλου ευχάριστο για την Ιταλία.

Συμπερασματικά λοιπόν, η κρίση χρέους της Ευρωζώνης αναζωπυρώνεται - ενώ, εάν τυχόν καταρρεύσει η Ιταλία, με δεδομένο το ότι είναι αδύνατον να διασωθεί από τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς λόγω μεγέθους, ο κίνδυνος διάσπασης της ζώνης του ευρώ είναι τεράστιος.

Πόσο μάλλον αφού υποθέτουμε ότι, ο μοναδικός τρόπος για να αντιμετωπίσει η χώρα την υπερχρέωση και την ύφεση είναι η επιστροφή της στη λιρέτα - παράλληλα με τη μετατροπή του εξωτερικού χρέους στο εθνικό νόμισμα (κάτι που αδυνατεί πλέον η Ελλάδα, μετά την υπογραφή του PSI), καθώς επίσης με τη ραγδαία υποτίμηση του αμέσως μετά.

Βέβαια, υποθέτουμε επίσης ότι, οι κίνδυνοι αυτοί είναι γνωστοί στους Ιταλούς πολίτες - ένα ενδεχόμενο που θα ενέτεινε το πρόβλημα, μέσω ενός ξαφνικού bank runμίας μαζικής απόδρασης χρημάτων στο εξωτερικό κοκ. Επίσης υποθέτουμε πως οι κίνδυνοι είναι γνωστοί και στους ξένους δανειστές ή κατόχους ομολόγων της Ιταλίας - σε ιδιώτες επενδυτές, σε τράπεζες και σε επιχειρήσεις.   

Αθήνα, 28. Αυγούστου 2013
Facebook   Twitter   Linked in   

Β. Βιλιάρδος - ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΤΗΣ ΤΡΟΙΚΑΣ


ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΤΗΣ ΤΡΟΙΚΑΣ: Η Ιρλανδία, έχοντας πεισθεί ότι, σκοπός του ΔΝΤ δεν είναι η αναδιάρθρωση της οικονομίας της, αλλά η λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας των πολιτών της, η οικονομική γενοκτονία δηλαδή, σχεδιάζει να το διώξει έως το τέλος του έτους

Οι Ιρλανδοί φορολογούμενοι, μεταξύ των ετών 2010 και 2012, κατά τη διάρκεια των οποίων δραστηριοποιείται η Τρόικα στη χώρα τους, επιβαρύνθηκαν με 224 εκ. €. Το ποσόν αυτό δεν αφορά τους τόκους του δανείου των 67 δις €, με το οποίο ενισχύθηκε η Ιρλανδία, αλλά το «κόστος διαχείρισης» - τα δικαιώματα καλύτερα (fees), για τη χρήση του συγκεκριμένου ποσού (πηγήIndependent), καθώς επίσης για τις «υπηρεσίες» που είναι συνδεδεμένες μαζί του (τρίμηνοι έλεγχοι, γραφείο του ΔΝΤ κλπ.).      

Αναλυτικότερα, η Ιρλανδία πλήρωσε για την παροχή υπηρεσιών εκ μέρους της Τρόικας το 2010 42,9 εκ. €, το 2011 113,8εκ€ και το 2012 67,3 εκ. € - όπου η μείωση του ποσού που πληρώθηκε το 2012 οφείλεται στο ότι, η χώρα ζήτησε και έλαβε λιγότερα χρήματα από την Τρόικα, σε σχέση με αυτά που της είχαν εγκριθεί.  

Επί πλέον του κόστους διαχείρισης, η Ιρλανδία πλήρωσε τόκους στην Τρόικα - ύψους 1,4 δις € μόνο για το 2012. Βέβαια, η αντιπολίτευση της χώρας απαιτεί την επιστροφή του κόστους διαχείρισης - θεωρώντας ότι είναι υπερβολικό να πληρώνει τόσο μεγάλα ποσά, απλά και μόνο για να καλύπτονται τα έξοδα ελέγχου της εκ μέρους των δανειστών της. Η κυβέρνηση δε διαπραγματεύεται «με νύχια και με δόντια» όλα όσα της χρεώνουν οι σύνδικοι του διαβόλου (ΔΝΤ) - οι οποίοι κοστολογούν όλο και πιο ακριβά τη «βοήθεια» τους.

Ολοκληρώνοντας η Ιρλανδία, έχοντας πεισθεί πλέον ότι, σκοπός του ΔΝΤ δεν είναι η αναδιάρθρωση της οικονομίας της, αλλά η λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας των πολιτών της, σχεδιάζει να το διώξει έως το τέλος του έτους - το αργότερο στις αρχές του 2014.   


Σε σχέση τώρα με την παραπάνω είδηση, αυτό που οφείλει να μας ενδιαφέρει δεν είναι το πόσο πλήρωσε τις «υπηρεσίες» της Τρόικας η Ιρλανδία, αλλά τι ακριβώς κοστίζουν στην Ελλάδα - η οποία φαίνεται πως όχι μόνο δεν διαπραγματεύεται αυτά που μας χρεώνει το ΔΝΤ για τους ελέγχους του (fees) αλλά, σε αντίθεση με την Ιρλανδία, παίρνει όλα τα δάνεια που εγκρίνονται,«ζητιανεύοντας» ακόμη περισσότερα.

Κρίνοντας δε από τα ποσά που η Ιρλανδία πλήρωσε για τα 67 δις € συνολικού δανείου που της εγκρίθηκε, έχουμε την εντύπωση ότι η Ελλάδα, η οποία έλαβε υπερτριπλάσια δάνεια, χρεώνεται τουλάχιστον με τα τριπλά - επομένως, με τουλάχιστον 300 εκ. € ετησίως, χωρίς να υπολογίζουμε φυσικά τους τόκους.

Εάν τώρα η Independent έχει σωστή πληροφόρηση, καθώς επίσης εάν πράγματι συμβαίνει κάτι ανάλογο στην Ελλάδα, τότε όλοι εμείς οι Έλληνες πληρώνουμε αυτούς που λεηλατούν και καταστρέφουν τη χώρα μας - προσφέροντας τους 300 εκ. €, για τους μισθούς και τα έξοδα τους!

Αν και δεν το πιστεύουμε, αφού ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα χαρακτήριζε ως απίστευτα ανόητους όλους τους Έλληνες, συμπεριλαμβανομένου φυσικά του πολιτικού τους συστήματος, θα ήταν μάλλον σωστό να ερευνηθεί - έτσι ώστε να τεκμηριωθεί ότι οι Ιρλανδοί, οι οποίοι πληρώνουν τέτοιου είδους κόστη, είναι απλά πολύ πιο ανόητοι από τους Έλληνες.    

Βέβαια, αν κάτι τέτοιο πράγματι συμβαίνει (εάν δηλαδή πληρώνουμε 300 εκ. € ετησίως για τις υπηρεσίες των μπράβων των τοκογλύφων, επί πλέον στους τόκους των δανείων που πήραμε, υποθηκεύοντας ανεύθυνα με το PSI ολόκληρη τη χώρα), ελάχιστοι Έλληνες θα πιστεύψουν ότι είναι δυνατόν ποτέ να ξεχρεωθεί η Ελλάδα - πόσο μάλλον να απελευθερωθεί από τη σκλαβιά και τους «κεφαλικούς φόρους», οι οποίοι ως συνήθως τη συνοδεύουν.   


ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ

Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας εκτοξεύθηκε στα 321 δις € ή στο 180% του ΑΕΠ – με την κυβέρνηση να ισχυρίζεται ότι, η αύξηση οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.

Εν τούτοις, ακόμη και ο πιο ανόητος καταλαβαίνει εύκολα ότι, το δημόσιο χρέος αυξάνεται, και θα συνεχίσει να αυξάνεται, επειδή υπάρχουν ελλείμματα – ελλείμματα που λειτουργούν ακριβώς όπως οι ζημίες στις επιχειρήσεις, οι οποίες κάθε χρόνο προστίθενται στα ήδη υφιστάμενα χρέη τους.

Περαιτέρω, για να μην υπάρχουν ελλείμματα, θα πρέπει το επιτόκιο δανεισμού της χώρας (υπολογίζεται σήμερα από το ΔΝΤ στο 2,3% κατά μέσον όρο) να είναι χαμηλότερο από το ρυθμό ανάπτυξης – πόσο μάλλον όταν οι δημόσιες δαπάνες αυξήθηκαντο πρώτο επτάμηνο στα 33,8 δις € από 32,6 δις €, σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ.

Επειδή όμως ο ρυθμός ανάπτυξης είναι αρνητικός (ύφεση υψηλότερη του -4%), για να μπορέσει να σταθεροποιηθεί το χρέος, να πάψει να αυξάνεται δηλαδή, θα πρέπει το επιτόκιο δανεισμού να είναι πιο αρνητικό – μίας τάξης μεγέθους του -5%.

Με δεδομένο τώρα το ότι, κάτι τέτοιο είναι αδύνατον, αφού κανένας δεν θα δάνειζε τα χρήματα του πληρώνοντας τόκο αντί να εισπράττει, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα συνεχίσει να αυξάνεται – ξεπερνώντας σύντομα το 200% του ΑΕΠ, ειδικά εάν οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών αποδειχθούν υψηλότερες του αναμενομένου.

Στο σημείο αυτό θα λέγαμε σε όλους όσους θεωρούν πως θα ήταν καλύτερα να κλείσουν οι τράπεζες ότι, τότε θα χαθεί σημαντικό μέρος των καταθέσεων – αφού τα περί «εγγυητικού κεφαλαίου» αποτελούν σε μεγάλο βαθμό «μύθο». Επίσης θα τονίζαμε ότι, οι κίνδυνοι φορολόγησης των καταθέσεων για να διασωθούν οι τράπεζες είναι μεγαλύτεροι από ποτέ – όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε ολόκληρη της ΕΕ.

Συνεχίζοντας, εάν ισχύει η προειδοποίηση του ΔΝΤ, σύμφωνα με την οποία οι άμεσοι φόροι θα αυξηθούν κατά 12,4% για τα εισοδήματα του 2013, τότε η ύφεση θα εκτοξευθεί στα ύψη – επομένως, τόσο τα ελλείμματα (ζημίες), όσο και το δημόσιο χρέος. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε η μοναδική διέξοδος της χώρας θα ήταν η διαγραφή χρέους – διαφορετικά θα οδηγούταν στην ανεξέλεγκτη χρεοκοπία.

Η διαγραφή όμως που θα απαιτούταν θα ήταν της τάξης του 120% του ΑΕΠ – έτσι ώστε τα χρέη να μειωθούν στο 80% του ΑΕΠ, για να μπορέσει να αντιμετωπισθεί η συνεχιζόμενη αύξηση τους, έως τη στιγμή που η Ελλάδα θα δημιουργούσε πλεονάσματα.

Αυτό το 120% σημαίνει πως η απαιτούμενη διαγραφή είναι του ύψους των 216 δις € περίπου. Με δεδομένο τώρα πως ομόλογα μόλις 38 δις € ευρίσκονται στα χέρια ιδιωτών επενδυτών (τα οποία δεν είναι δυνατόν να διαγραφούν αφού έχουν εκδοθεί με αγγλικό δίκαιο), καθώς επίσης το γεγονός ότι, το ΔΝΤ δεν διαγράφει ποτέ τα δάνεια του, τα 216 δις € θα έπρεπε να ζημιώσουν τα άλλα κράτη της Ευρωζώνης και την ΕΚΤ – κάτι που δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι θα συμβεί.

Αντί λοιπόν η κυβέρνηση να ασχολείται με αυτά τα προβλήματα, γνωρίζοντας προφανώς ότι η Ελλάδα οδηγείται στην ανεξέλεγκτη χρεοκοπία και στην έξοδο από την Ευρωζώνη (αποκλειστικά και μόνο επειδή ακολουθεί πιστά, δουλικά καλύτερα τις εγκληματικές οδηγίες του ΔΝΤ - μείωση των μισθών, αύξηση των φόρων, οικονομική γενοκτονία κλπ.), επιμένει να μην αντιμετωπίζει κατά πρόσωπο την πραγματικότητα και συνεχίζει τη διασπορά ψευδών ελπίδων.

Εκτός αυτού, φαίνεται να προτρέπει τους δύο υπουργούς, οι οποίοι τοποθετήθηκαν από το ΔΝΤ (ιδιαίτερα τον έναν) να αποπροσανατολίζουν μεθοδικά την κοινή γνώμη, με συνεχείς θεατρικές παραστάσεις άνευ προηγουμένου – φυσικά με τη συμμετοχή ορισμένων διατεταγμένων τηλεοπτικών σταθμών, οι οποίοι επαναλαμβάνουν τις ίδιες «θεατρικές πράξεις» πολλές ημέρες.  

Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να το παρομοιάσει κανείς με την προσπάθεια ενός καπετάνιου να «διασκεδάσει», με τη βοήθεια γελωτοποιών, τους επιβάτες του, για να μην αντιληφθούν ότι το καράβι βουλιάζει - αντί να προσπαθήσει να σώσει το πλοίο του, καθώς επίσης όλους όσους μπορεί, από αυτούς που δυστυχώς επέλεξαν να ταξιδέψουν μαζί του.  

Δευτέρα, 26 Αυγούστου 2013

Β. Βιλιάρδος - ΕΛΛΑΔΑ, ΤΟ ΑΝΟΗΤΟ ΘΥΜΑ


ΕΛΛΑΔΑ, ΤΟ ΑΝΟΗΤΟ ΘΥΜΑ: Διαπιστώνοντας ότι η Ισπανία παραποιεί τα στατιστικά της στοιχεία, ανακοινώνοντας υψηλότερο ΑΕΠ, αναρωτιόμαστε γιατί η Ελλάδα αποδέχεται το διεθνή εξευτελισμό της – επίσης, τόσες αποτυχημένες «συνταγές θεραπείας» της οικονομίας της

Η Ελλάδα, με τα αλλεπάλληλα λάθη όλων των κυβερνήσεων της, σκόπιμα και μη, έχει κλείσει σταδιακά πολλές «εξόδους κινδύνου» - όπως ήταν, για παράδειγμα, η «αναστολή πληρωμών» πριν από την εισβολή του ΔΝΤ, η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα όταν το δημόσιο χρέος ήταν μη ενυπόθηκο, υπαγόμενο στο εθνικό δίκαιο και μετατρέψιμο σε δραχμές (πριν από την υπογραφή του PSI δηλαδή) κοκ.   

Εν τούτοις, παρά τις μεγάλες δικές της ευθύνες, ο τρόπος, με τον οποίο χρησιμοποιείται η πατρίδα μας ως προπέτασμα καπνού, με στόχο την απόκρυψη των προβλημάτων πολλών άλλων χωρών του πλανήτη, είναι κάτι περισσότερο από εγκληματικός. Έχοντας τοποθετηθεί από το 2009 στο στόχαστρο, στο ρόλο καλύτερα του ιδανικού, ανόητου θύματος το οποίο, λόγω του διεφθαρμένου ή/και ανεπαρκούς πολιτικού του συστήματος, αδυνατεί να ορθώσει θαρραλέα το ανάστημα του, η Ελλάδα βυθίζεται όλο και πιο πολύ στην κρίση.

Στα πλαίσια αυτά, είναι αδύνατον να μην εκνευρισθεί κανείς, παρακολουθώντας τις δήθεν ξαφνικές αναφορές στα διεθνή και ελληνικά ΜΜΕ, σχετικά με την ανάγκη ενός τρίτου πακέτου στήριξης - καθώς επίσης μίας επόμενης διαγραφής χρέους. Πόσο μάλλον αφού ακόμη και ένας ανόητος καταλαβαίνει πλέον ότι, το θέμα δεν είναι η Ελλάδα, αλλά το σπάσιμο, η τρομακτική έκρηξη καλύτερα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής φούσκας – η οποία ευρίσκεται ήδη σε πλήρη εξέλιξη.

Ειδικότερα, τα προβλήματα της Ελλάδας σε σχέση με αυτά των Η.Π.Α. (ανάλυση μας), της Ιαπωνίας, του τραπεζικού συστήματος της Ευρωζώνης, καθώς επίσης των οικονομιών πολλών άλλων χωρών του πλανήτη είναι μάλλον αμελητέα – μηδενικά ίσως, εάν τα συγκρίνει κανείς με το «μερίδιο» της χώρας μας στην παγκόσμια οικονομία. Εν τούτοις, η Ελλάδα συνεχίζει να είναι στο επίκεντρο των συζητήσεων - ενώ κάθε φορά έρχεται στο φως ένα δήθεν καινούργιο θέμα που την αφορά, με στόχο τον αποπροσανατολισμό.

Ολοκληρώνοντας, αντί να ασχολείται η διεθνής κοινότητα με θέματα εξαιρετικά επικίνδυνα, όπως η χρεοκοπία της Ιαπωνίας ή, πολύ περισσότερο, η πορεία παρακμής και κατάρρευσης της υπερδύναμης, επικεντρώνεται στην ανάγκη ενός νέου πακέτου στήριξης για την Ελλάδα - το ύψος του οποίου είναι αστείο, συγκριτικά με το μέγεθος της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής φούσκας.

Αρκεί να σημειώσει κανείς ότι, ο τζίρος μίας εβδομάδας των τραπεζών διεθνώς είναι ίσος με το ετήσιο παγκόσμιο ΑΕΠ (περί τα 60 τρις $), για να κατανοήσει τόσο το μέγεθος της πιστωτικής φούσκας, όσο και την ασημαντότητα των μεγεθών της Ελλάδας – πόσο μάλλον όταν οι εξεγέρσεις λόγω του πληθωρισμού που προκαλεί στις αναπτυσσόμενες οικονομίες η ανεύθυνη μαζική εκτύπωση χρημάτων εκ μέρους των Η.Π.Α., ειδικά η αύξηση των τιμών των τροφίμων, είναι ήδη εκτός ελέγχου. 

Επειδή τώρα δεν θέλουμε να θεωρητικολογούμε, θα αναφερθούμε σε μία άλλη χώρα, με την οποία θα έπρεπε να απασχολείται πολύ περισσότερο η κοινή γνώμη, από ότι με την Ελλάδα – στην Ισπανία. Υπάρχουν φυσικά αρκετά άλλα κράτη εντός (Ιταλία, Βρετανία, Γαλλία, Ολλανδία, Βέλγιο, Αυστρία κλπ.) και εκτός Ευρώπης (Τουρκία, Βραζιλία, Ν. Αφρική, Κίνα, Ινδονησία, Ινδία, Μαλαισία, Σιγκαπούρη κλπ.), τα οποία αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα σήμερα – είναι όμως αδύνατον να τα συμπεριλάβουμε σε ένα μόνο κείμενο. Αναλυτικότερα για την Ισπανία τα εξής:  

Η ΙΣΠΑΝΙΑ

Η Ισπανία είναι μία εξαιρετικά συμπαθής χώρα, η οποία γνωρίζουμε ότι είναι αντιμέτωπη με πολύ μεγαλύτερα προβλήματα, από αυτά της Ελλάδας – κυρίως επειδή το αδύνατο σημείο της, ο ιδιωτικός τομέας, χαρακτηρίζεται ως απελπιστικά υπερχρεωμένος.

Διαπιστώνοντας όμως ότι, αντιμετωπίζεται από την ηγεσία της Ευρωζώνης με εντελώς διαφορετικό τρόπο, από ότι η πατρίδα μας (μη υπαγωγή της στο ΔΝΤ, απ’ ευθείας ενίσχυση των τραπεζών της από το μηχανισμό στήριξης κλπ.), έχουμε την άποψη πως δεν είναι καθόλου δίκαιο. Πόσο μάλλον όταν πολλά από τα οικονομικά μεγέθη της πιθανότατα «παραποιούνται», ενδεχομένως με την ανοχή εάν όχι με τη συμμετοχή της Γερμανίας - με στόχο την απόκρυψη των τεράστιων κινδύνων που απειλούν, μέσω αυτής και όχι μόνο, τη ζώνη του ευρώ.          

Ειδικότερα, σύμφωνα με διαπιστώσεις των ίδιων των Ισπανών, υπάρχουν ορισμένες «παραδοξότητες» στις στατιστικές της χώρας τους. Για παράδειγμα, τα φορολογικά έσοδα του κράτους μειώθηκαν κατά 5,7% του ΑΕΠ την περίοδο 2007-2011, παρά το ότι αυξήθηκαν σε μεγάλο βαθμό οι φόροι. Το γεγονός αυτό είναι ακόμη πιο «ύποπτο», επειδή στην Ελλάδα τα φορολογικά έσοδα αυξήθηκαν την ίδια περίοδο κατά 1,3% του ΑΕΠ - αν και η πατρίδα μας έχει πληγεί από την ύφεση πολύ περισσότερο.

Το τελευταίο έτος (2012), παρά το ότι οι φόροι στην Ισπανία αυξήθηκαν σε μεγάλο βαθμό, τα φορολογικά έσοδα παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητα - κάτι που, σε συνδυασμό με τα υπερβολικά επίπεδα ανεργίας, δημιούργησε εύλογα την εντύπωση ότι, το πραγματικό μέγεθος της πτώσης του ΑΕΠ της χώρας (ύφεση), είναι κατά πολύ μεγαλύτερο, από αυτό που δηλώνεται επίσημα.  

Αναλυτικότερα, το μέγεθος της ανεργίας στην Ισπανία είναι σχεδόν ανάλογο με αυτό της Ελλάδας, έχοντας αυξηθεί με τον ίδιο σχεδόν ρυθμό. Εν τούτοις η ύφεση στην Ελλάδα, η πτώση δηλαδή του ΑΕΠ, είναι κατά πολύ μεγαλύτερη, από αυτήν που ανακοινώνει επίσημα η Ισπανία - γεγονός που δεν είναι καθόλου εύκολο να ερμηνευθεί.

Στα πλαίσια αυτά, ερευνήθηκαν τα στατιστικά στοιχεία των τριών μεγαλύτερων κλάδων της Ισπανίας: των κατασκευών, της βιομηχανίας και των υπηρεσιών. Και στους τρεις αυτούς τομείς χρησιμοποιήθηκαν οικονομικοί δείκτες βασισμένοι στην αγορά (όπως, για παράδειγμα, η κατανάλωση τσιμέντου), οι οποίοι τοποθετήθηκαν απέναντι στους επίσημους δείκτες - έτσι ώστε να μελετηθεί ιστορικά η εξέλιξη, ιδιαίτερα δε η σχέση μεταξύ τους. Τα αποτελέσματα ανά κλάδο ήταν τα εξής:

(α)  Κατασκευές: Όπως φαίνεται από το διάγραμμα Ι που ακολουθεί (μαύρη γραμμή οι επίσημες στατιστικές της κυβέρνησης, μπλε της αγοράς), η εξέλιξη της κατανάλωσης του τσιμέντου με κριτήριο την αγορά, μεταξύ των ετών 1993 και 2008 ήταν παρόμοια, συγκρινόμενη με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία της χώρας (ISCOF).

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ Ι - ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ

 


Εν τούτοις, μετά το 2008, η κατανάλωση του τσιμέντου με κριτήριο την αγορά, μειώθηκε με ραγδαίο ρυθμό - ενώ η αντίστοιχη, σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές, μειώθηκε πολύ πιο ήπια. Συμπερασματικά λοιπόν, ο τζίρος στον κλάδο των κατασκευών ήταν κατά πολύ χαμηλότερος, από αυτόν που ανακοίνωσε επίσημα η κυβέρνηση της χώρας (περίπου 62 για την κυβέρνηση και 38 για την αγορά).

(β)  Βιομηχανία: Εδώ (διάγραμμα ΙΙ) συγκρίνεται ο δείκτης της βιομηχανικής παραγωγής (IPI), με έναν επίσημο δείκτη, ο οποίος αποτελείται από διάφορους άλλους δείκτες - με τον ISA δηλαδή, το «συνθετικό» δείκτη της βιομηχανίας.

ΔΙΑΗΡΑΜΜΑ ΙΙ - ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

 


Όπως ακριβώς και στον προηγούμενο δείκτη (κατασκευές), η σύγκριση δείχνει μία ομοιόμορφη εξέλιξη έως το έτος 2008 - γεγονός όμως που αλλάζει ραγδαία μετά το 2008. Με κριτήριο λοιπόν την αγορά, η μείωση του τζίρου στη βιομηχανία ήταν κατά πολύ υψηλότερη, από αυτήν που ανακοίνωσε επίσημα η κυβέρνηση (περίπου 88 για την κυβέρνηση, μαύρη γραμμή και 70 για την αγορά, μπλε γραμμή).      

(γ)  Υπηρεσίες: Στον κλάδο αυτό οι διαφορές (διάγραμμα ΙΙΙ) ήταν κατά πολύ μεγαλύτερες - γεγονός εξαιρετικά σημαντικό, αφού ο συγκεκριμένος τομέας συμβάλλει περισσότερο στο ΑΕΠ της Ισπανίας.

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΙΙΙ - ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

 


Ειδικότερα, ενώ ο επίσημος δείκτης (ISS) αυξάνεται το 2009, μετά από μία μικρή πτώση, ο βασιζόμενος σε στοιχεία της αγοράς δείκτης (IASS) σχεδόν καταρρέει - από το 103 που ανακοίνωσε επίσημα το κράτος, στο 65. Αυτό σημαίνει ότι, ο τζίρος στον κλάδο των υπηρεσιών έπεσε πάρα πολύ - παρά το ότι οι στατιστικές της κυβέρνησης ισχυρίζονται το αντίθετο.

Σύμφωνα τώρα με την έρευνα, εάν υποθέσει κανείς ότι οι δείκτες και στους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας (γεωργία, παραγωγή κλπ.) παρουσιάζουν ανάλογες διαφορές, τότε το ΑΕΠ της Ισπανίας θα ήταν κατά 21% χαμηλότερο από αυτό που ανακοινώνει επίσημα η κυβέρνηση - κάτι που θα σήμαινε με μεγάλη πιθανότητα ότι, η ισπανική κυβέρνηση «παραποιεί» τα στατιστικά στοιχεία της χώρας της σε μεγάλο βαθμό.

Εάν όμως το ΑΕΠ είναι κατά 21% χαμηλότερο (μία μείωση ανάλογη με αυτήν της Ελλάδας, η οποία έχει το ίδιο ποσοστό ανεργίας), τότε εξηγείται γιατί τα φορολογικά έσοδα είναι χαμηλότερα, παρά την αύξηση των φόρων - επίσης γιατί η ανεργία είναι τόσο υψηλή, κάτι που είναι αδύνατον να εξηγηθεί με βάση το ΑΕΠ που ανακοινώνει η κυβέρνηση.

Βέβαια, εάν το ΑΕΠ είναι χαμηλότερο από αυτό που δηλώνεται επίσημα, τότε το έλλειμμα ύψους 3,9% που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για το πρώτο εξάμηνο του 2013 είναι αναληθές - όπως επίσης το δημόσιο χρέος, σε σχέση με το ΑΕΠ. 

ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ

Έχοντας σε κάποιο βαθμό πεισθεί από την τεκμηρίωση των ίδιων των Ισπανών ότι, η κυβέρνηση παραποιεί τις στατιστικές της χώρας της, όπως πιθανότατα συμβαίνει και σε πολλά άλλα κράτη της Ευρωζώνης, ειδικά σε αυτά που αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα (Ιταλία, Γαλλία, Ολλανδία κλπ.), θεωρούμε εντελώς άδικη την αντιμετώπιση της Ελλάδας.

Γνωρίζοντας δε ότι είναι η μοναδική χώρα, η οποία υποχρεώθηκε να μειώσει τους μισθούς των εργαζομένων της σε τέτοιο βαθμό (διάγραμμα IV), παρά το ότι η ενέργεια αυτή επιδείνωσε τα μέγιστα την ύφεση, είμαστε της άποψης πως πρέπει να σταματήσουμε επιτέλους να «ενσαρκώνουμε» το ρόλο του πειραματόζωου και του ανόητου θύματος της Δύσης. 

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ IV
Εξέλιξη των μισθών (κόκκινη γραμμή) και της απασχόλησης (μπλε γραμμή)

 

Όπως φαίνεται από το διάγραμμα IV (πηγήJournal of Economic Perspectives - Eurostat)οι μέσοι μισθοί στην Ελλάδα καταρρέουν κυριολεκτικά μετά το 2010 – στην Ιρλανδία παραμένουν σχεδόν αμετάβλητοι (ελαφρά άνοδος), ενώ τόσο στην Πορτογαλία, όσο και στην Ισπανία αυξάνονται.

Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ότι τα προβλήματα της χώρας μας είναι τα μικρότερα μεταξύ των παραπάνω χωρών,τεκμηριώνει με τον καλύτερο τρόπο τόσο την άδικη αντιμετώπιση μας από το ΔΝΤ και τη Γερμανία, όσο και το έγκλημα που διαπράττεται - με κυριότερο θύμα το φτωχότερο πληθυσμό της χώρας. 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Ολόκληρος ο πλανήτης είναι ένα καζάνι που βράζει – ενώ έχει ξεκινήσει η αλυσιδωτή πυρηνική έκρηξη του χρηματοπιστωτικού συστήματος, το οποίο κινδυνεύει ανά πάσα στιγμή να καταρρεύσει.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτή τη στιγμή είναι αναμφίβολα η υπερχρέωση των Η.Π.Α., η οποία θα αντιμετωπισθεί πιθανότατα με τη διεξαγωγή πολέμων σε πολλές διαφορετικές περιοχές του πλανήτη – με στόχο την «κλοπή» ενεργειακών αποθεμάτων, κεφαλαίων, καθώς επίσης άλλων περιουσιακών στοιχείων εκείνων των χωρών, οι οποίες θα τοποθετηθούν στο στόχαστρο της υπερδύναμης.

Περαιτέρω, εάν σκεφθεί κανείς ότι, το 45% των ομολόγων που εκδίδει η Fed για τη χρηματοδότηση της αμερικανικής οικονομίας, ευρίσκονται στα χέρια τρίτων χωρών (Κίνα, Ιαπωνία κοκ.), οι οποίες έχουν ήδη αντικαταστήσει τα μακροπρόθεσμα (δεκαετή κλπ.) με βραχυπρόθεσμα, έτσι ώστε να είναι κοντά στην «πόρτα εξόδου», θα κατανοήσει ότι δεν είμαστε καθόλου μακριά από το τέλος. Πόσο μάλλον όταν τα επιτόκια δανεισμού των Η.Π.Α. έχουν ξεπεράσει το 2%, αυξάνοντας το έλλειμμα και το χρέος, καθώς επίσης καθιστώντας όλο και πιο δύσκολη την εξυπηρέτηση τους   

Αμέσως μετά ακολουθεί η Ιαπωνία - η οποία πολύ δύσκολα θα αποφύγει τη χρεοκοπία, συμπαρασέρνοντας ολόκληρο τον πλανήτη. Περαιτέρω, η ξαφνική φυγή των κεφαλαίων από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες (Ινδία, Τουρκία κλπ.), έχει οδηγήσει ήδη στη ραγδαία πτώση της ισοτιμίας των νομισμάτων τους – γεγονός που αυξάνει τα εξωτερικά χρέη τους σε δολάρια ή ευρώ, τον πληθωρισμό, τις τιμές των τροφίμων κοκ.

Στα πλαίσια αυτά, οι κίνδυνοι για την πατρίδα μας είναι εξαιρετικά μεγάλοι – ειδικά επειδή κυβερνάται απολυταρχικά από τους δανειστές της οι οποίοι, όπως φαίνεται, τη χρησιμοποιούν ως «παραπέτασμα καπνού» για την κάλυψη των δικών τους προβλημάτων. ‘Όπως υποθέτουν αρκετοί δε, κρίνοντας από την επιλογή υπουργών εκ μέρους του πρωθυπουργού, οι οποίοι τάσσονταν ευθέως υπέρ του ΔΝΤ, οι δανειστές δεν ελέγχουν μόνο την κυβέρνηση από το παρασκήνιο, αλλά έχουν φτάσει στο σημείο ακόμη και να διορίζουν τα μέλη της. 

Δυστυχώς, εάν η κατάσταση αυτή συνεχισθεί, χωρίς να υπάρξει αντίδραση εκ μέρους των Ελλήνων, θα βρεθούμε αντιμέτωποι με εξαιρετικά επώδυνες συνθήκες – τις οποίες σήμερα δεν μπορούμε καν να φανταστούμε.

Φυσικά ευχόμαστε να κάνουμε λάθος και να είμαστε υπερβολικοί, διατυπώνοντας τέτοιους φόβους – αν και δεν είναι ίσως τόσο αρνητικό το να προετοιμάζεται κανείς για τα χειρότερα, λειτουργώντας με στόχο να αποφευχθούν τελικά.


Υστερόγραφο: Εάν στην δραματική πτώση των αμοιβών των Ελλήνων εργαζομένων, συνυπολογίσουμε την τεράστια μείωση όλων των εισοδημάτων (ενοίκια, κέρδη επιχειρήσεων κλπ.), όλων των λοιπών «αξιών» (τιμές ακινήτων, μετοχές κοκ.), τους υπέρογκους άμεσους και έμμεσους φόρους, τα χαράτσια, καθώς επίσης όλες τις άλλες επιβαρύνσεις, σε συνδυασμό με τη μείωση της ανταποδοτικότητας του δημοσίου (περιορισμός του κοινωνικού κράτους), τότε μόνο ως «σκόπιμα εγκληματικά» μπορεί να περιγράψει κανείς τα μέτρα και τα μνημόνια που επιβλήθηκαν – σε καμία περίπτωση ως απλά λανθασμένα, όπως αποδέχεται για πολλοστή φορά το ΔΝΤ (κανένας δεν θα μπορούσε να μας πείσει ότι, οι σχεδόν 10.000 οικονομολόγοι που απασχολεί η Παγκόσμια Τράπεζα, ο «εντολέας» ουσιαστικά του ΔΝΤ, καθώς επίσης τα δικά του στελέχη, έκαναν δήθεν λάθη στους υπολογισμούς τους).

Πόσο μάλλον αφού διαπιστώνεται ότι, όλες αυτές οι επιβαρύνσεις όχι μόνο δεν «πιάνουν τόπο», όχι μόνο δεν διορθώνουν τίποτα αλλά, αντίθετα, επιδεινώνουν ραγδαία τα μεγέθη της οικονομίας μας – με το δημόσιο χρέος στο τέλος του έτους να πλησιάζει το 200% του ΑΕΠ, από 112,9% το 2008 και παρά τις δύο διαγραφές / haircut  (πολύ περισσότερο εάν συνυπολογίσει κανείς τις πραγματικές ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών).

Αθήνα, 24. Αυγούστου 2013
Facebook   Twitter   Linked in   

21 Αυγούστου 2013

Η ΓΛΩΣΣΑ ΠΟΥ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΑΜΕ-Α





Η ΓΛΩΣΣΑ ΠΟΥ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΑΜΕ ΔΙΟΤΙ ΜΙΣΟΥΜΕ ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΟ

Title



Μερικὰ πρῶτα ἐπιχειρήματα ὑπὲρ τοῦ πολυτονικοῦ
Εἰσαγωγή: Τὸ μονοτονικό, πρόβλημα ἕνα καὶ πολλαπλὸ

Ἡ διένεξη ἀνάμεσα στὸ πολυτονικὸ καὶ τὸ μονοτονικό ἀνήκει, ἀπ᾿ ὅ,τι φαίνεται, στὴν ἰδιαίτερη ἐκείνη κατηγορία τῶν διενέξεων ποὺ ἕλκουν ἰσχυρὰ καὶ ἀπρόσμενα πάθη. Ὑπάρχουν καὶ ἄλλα τέτοια: ἡ τέχνη, ἡ αἰσθητική, ἡ παιδαγωγική, τὸ πῶς πρέπει νὰ μεγαλώνεις τὰ παιδιά σου, ἡ πολιτική, βέβαια, ἡ μόδα... Μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀναρωτηθεῖ γιατί, καμιὰ φορὰ ἀκόμα καὶ νὰ γράψει τὴν ἱστορία μιᾶς τέτοιας διένεξης. Εἶναι προφανῶς ἀδύνατο νὰ διατυπώσει κανεὶς μιὰν ἀπάντηση εὐρέως ἀποδεκτή, μιὰ ποὺ ὁ διάλογος εἶναι συνήθως περὶ τοῦ «εἱκότος», περὶ τῆς δόξας τοῦ πράγματος καὶ ὄχι περὶ τοῦ πράγματος αὐτοῦ τοῦ ἰδίου: ἡ γνώμη διαφεντεύει σὲ πολλὰ τὴν ἐπιστήμη, ἡ ἀμφισημία ἐπιβάλλεται στὴν σημασία, ἡ πίστη ἐκτοπίζει τὴν ἀπόδειξη. Καμιὰ φορὰ καὶ ὁ φόβος, ὁ ἀρχέγονος φόβος τῆς ἄγνοιας, ἢ μονάχα τῆς κοινωνικῆς εἰκόνας (γενικά, ὅλοι μας φανερώνουμε πὼς γνωρίζουμε λιγότερο τὴ γλῶσσα μας γράφοντας πολυτονικὰ) ἀναδιαμορφώνει τὸ σύστημα ἀξιῶν ποὺ μύχια θεμελιώνει τὶς θέσεις ἑνὸς ὑπὲρ ἢ ἑνὸς κατά.
Θὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης σ᾿ αὐτὸν τὸν ἱστοχῶρο στοιχεῖα γιὰ νὰ πεῖ, νὰ ἐμπλουτίσει τὴν δική του ἐκδοχὴ τῆς ἱστορίας, ἢ ἔστω νὰ ἀρνηθεῖ αὐτὴν ποὺ προτείνεται, μιὰ ποὺ πρόκειται γιὰ ἱστοχῶρο μὲ πρόθεση μονοσήμαντη.
Ἡ πραγματικότητα ὅμως τῆς διένεξης πολυτονικοῦ/μονοτονικοῦ φαίνεται νὰ εἶναι ὄχι μόνον σύνθετη ἀλλὰ πολύπλοκη. Ἡ διαφορὰ τοῦ σύνθετου ἀπὸ τὸ πολύπλοκο συνίσταται στὸ ὅτι, ἀντιμετωπίζοντας τὸ δεύτερο, δὲν γνωρίζει κανεὶς οὔτε ἀκριβῶς τὶς διαστάσεις του, οὔτε τὴν ἀκριβῆ ποιότητά του, οὔτε κἄν, μὲ κάποια βεβαιότητα, τὸν τρόπο ποὺ λειτουργοῦν οἱ δυναμικὲς καὶ οἱ αἰτίες ποὺ δημιουργοῦν τὸν χῶρο τῶν μορφῶν του. Προσπαθώντας νὰ κατηγοριοποιήσουμε τὰ ἐπιχειρήματα τῶν μὲν καὶ τῶν δέ, ἔτσι ὥστε νὰ θέσουμε μιὰ μήτρα ἀξιολόγησης τοῦ κάθε ἐπιχειρήματος στὸν δικό του χῶρο, παραμένουμε στὸ ἐπίπεδο πάντα μιᾶς ἀρχικῆς ἀπορίας, μιὰ ποὺ συνεχίζουμε νὰ ἀγνοοῦμε (εἴμαστε οἱ πρῶτοι ποὺ τὸ παραδεχόμαστε) τὶς διαστάσεις τοῦ προβλήματος καὶ τὶς σχέσεις τους: Πῶς ἀξιολογεῖται, γιὰ παράδειγμα, τὸ ἐπιχείρημα περὶ προτεραιότητας τῆς προφορικῆς γλώσσας σὲ σχέση μὲ τὴν γραπτή, ἐπιχείρημα συχνὰ ἐπαναλαμβανόμενο στὴν διένεξη αὐτή, ποὺ φέρει μάλιστα τὴν ἐγκυρότητα, ὁπως γνωρίζουν ὅλοι, τοῦ πατέρα τῆς στουκτουραλιστικῆς γλωσσολογίας, τοῦ κύριου Φερδινάνδου ντὲ Σωσσύρ, ἀπέναντι σ᾿ ἕνα ἐπιχείρημα περὶ τῆς ποσότητας καὶ τῆς ποιότητας τῆς πληροφορίας ποὺ περιέχει μιὰ γραφὴ πολυτονικὴ συγκρινόμενη μὲ τὴν ἀντίστοιχη μονοτονική; Ποιό εἶναι πιὸ σημαντικό: ἕνα μαθησιακὸ ἐπιχείρημα ἢ ἕνα πολιτιστικό; Τί εἶναι βαρύτερο: τὸ πρόβλημα τῆς πολιτιστικῆς ταυτότητας (τοῦ ὁποίου βασικὸ ὄχημα καὶ ὅριο εἶναι ἡ γλώσσα) ἢ τὸ οἰκονομικὸ ὄφελος ποὺ ἐνδεχομένως, καθὼς πιστεύει ὁ πολὺς ὁ κόσμος πάντα, φέρει τὸ μονοτονικό;
Ἐργαζόμαστε αὐτὴν τὴν ἐποχὴ πάνω σ᾿ ἕνα κείμενο πού, πρίν κιόλας ἀρχίσει νὰ θέτει καὶ νὰ ἀντιπαραθέτει κατηγορίες ἐπιχειρημάτων καὶ τρόπους ἀξιολόγησής τους, προτείνει μιὰν «ἐπιστημολογία τοῦ προβλήματος». Θέλουμε νὰ ποῦμε ἀκριβῶς, ἕναν τρόπο προσέγγισης, μιὰ μέθοδο σκέψης, μὲ τὰ ὁποῖα νὰ μπορεῖ κανεὶς νὰ προσεγγίσει τὸ πρόβλημα τοῦ πολυτονικοῦ/μονοτονικοῦ στὸ ἀκριβὲς ἐπίπεδο τῆς πολυπλοκότητάς του. Γιατὶ, πράγματι, πρόκειται γιὰ πρόβλημα τόσο γλωσσολογικὸ ὅσο καὶ πολιτιστικό, τόσο πολιτικὸ ὅσο καὶ ἐθνικῆς ταυτότητας, τόσο μνήμης ὅσο καὶ ὁράματος, τόσο οἰκονομικὸ ὅσο καὶ τεχνολογικό, τόσο γνωσιολογικὸ ὅσο καὶ ψυχολογικό, τόσο αἰσθητικὸ ὅσο καὶ πληροφορικό...
Εὐελπιστοῦμε ὅτι σύντομα θὰ τὸ δημοσιεύσουμε, τουλάχιστον σὲ πρώτη μορφή, σὲ τοῦτον ἀκριβῶς τὸν ἱστοχῶρο. Τὰ ἐπιχειρήματα ποὺ ἀκολουθοῦν θὰ πρέπει νὰ ἐννοηθοῦν, λοιπόν, ὡς τύποι ἁπλοὶ καὶ πρόσκαιροι, μιᾶς τέτοιας προβληματικῆς. Ἀφοροῦν δείγματα καὶ μόνον μιᾶς γενικότερης προσέγγισης. Θὰ βρεῖ, ἔτσι, κανείς, στὶς γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν, κάποια ψήγματα ἀπὸ τὸ πρόβλημα ποὺ θέτει τὸ μονοτονικὸ στὸ ἐπίπεδο τῆς πληροφορίας, στὸ ἐπίπεδο τῆς ἱστορικῆς συνέχειας καὶ τοῦ σεβασμοῦ ποὺ ἴσως θὰ ἔπρεπε νὰ ἐπιδείχνουμε πρὸς μίαν ταυτότητα ποὺ θέλουμε ἀκόμη δική μας (ἰδιαίτερα ὅταν, κοπτόμενοι, δῆθεν, γιὰ τὴν παράδοσή μας, μονότονα καὶ μονοτονικά, ὀρυόμαστε γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν Ἐλγινείων στὴν μονοτονικὴ πλέον «πατρίδα» τους), γιὰ τὴν ποιότητα ζωῆς ποὺ τὴν λέμε ἀκόμα ἑλληνική, καὶ κάποια ταπεινὰ στοιχεῖα ἀπὸ γραμματικὰ ἐπιχειρήματα. Εἶναι λίγα ἀκόμη, ἐλάχιστα, ἐνδεικτικὰ μᾶλλον παρὰ ἀποδεικτικά, σ᾿ αὐτὸ τὸ ξεκίνημα τῆς Κίνησης καὶ τοῦ στόχου αὐτοῦ ἐδῶ τοῦ ἱστοχώρου... Δὲν ἔχουν ἄλλο σκοπὸ παρὰ τὴν εἰσαγωγή. Καὶ τὴν καθαρὴ προβολὴ τοῦ σκοποῦ ποὺ ὑπηρετεῖ ἡ κίνηση.

Ἡ πληροφορία ποὺ περιέχεται στοὺς τόνους καὶ στὰ πνεύματα δὲν εἶναι περιττὴ

Ἡ γραφὴ εἶναι πολλὰ πράγματα, ἀλλὰ βασικότερα εἶναι ἕνα σύστημα ἐπικοινωνίας μὲ πομπὸ τὸν γράφοντα καὶ δέκτη τὸν ἀναγνώστη. Ἡ πληροφορία ποὺ μεταφέρεται ἔτσι δὲν περιορίζεται στὴν γραφικὴ ἀναπαράσταση τοῦ ἤχου ὅπως, π.χ., κάνει τὸ φωνητικὸ ἀλφάβητο, ἀλλὰ συμπεριέχει στοιχεῖα ἐτυμολογικά, μορφολογικά, συντακτικά, κ.λπ. Ἂν γράψουμε «rotótoápiro» τότε ἔχουμε ἀκριβῶς τὴν φωνητικὴ ἀναπαράσταση τῆς φράσης «ρωτῶ τὸ ἄπειρο» ἀλλὰ χρειαζόμαστε πολὺ περισσότερο χρόνο γιὰ νὰ τὴν ἀποκωδικοποιήσουμε. Ἡ γραφικὴ μορφὴ «ρωτῶ τὸ ἄπειρο» περιέχει πιὸ πολλὴ πληροφορία ἀπ᾿ ὅ,τι ἡ «rotótoápiro», καὶ αὐτὴ ἡ πληροφορία ἀποτελεῖται ἀπὸ τὰ κενὰ ἀνάμεσα στὶς λέξεις (ποὺ ὅταν μιλᾶμε ἀκούγονται ἑνωμένες), τὴν ἐπιλογὴ τῶν γραμμάτων (ω ἀντὶ ο, ει ἀντὶ ι, κ.λπ. ποὺ προφέρονται τὸ ἴδιο), τοὺς τόνους καὶ τὰ πνεύματα. Μόνο σὲ κάποιες ἐλάχιστες περιπτώσεις οἱ πληροφορίες ποὺ ἀναφέραμε (καὶ ποὺ δὲν περιέχει ὁ προφορικὸς λόγος) εἶναι ἀπολύτως ἀπαραίτητες γιὰ τὴν κατανόηση. Στὶς πιὸ πολλὲς περιπτώσεις ἡ πληροφορία ποὺ περιέχει ὁ προφορικὸς λόγος ἀρκεῖ γιὰ τὴν κατανόηση. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲ μειώνει τὴ μεγάλη σημασία τῶν πληροφοριῶν αὐτῶν ὡς «βελτιστοποιητῶν ἀποκωδικοποίησης»: Χωρὶς αὐτὲς θὰ διαβάζαμε πιὸ ἀργὰ καὶ πιὸ ἐπίπονα. Ἡ μορφὴ «ρωτώ το άπειρο» εἶναι ἐνδιάμεση ἀνάμεσα στὶς δύο ποὺ ἀναφέραμε. Τὸ μονοτονικὸ εἶναι λοιπὸν μία μείωση τῆς πληροφορίας ποὺ ὁ πομπὸς ἐσωκλείει στὸ μήνυμα. Αὐτὸ φυσικὰ βολεύει τὸν πομπό. Ἀλλὰ διευκολύνοντας τὸν πομπὸ δυσκολεύουμε τὸν δέκτη. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἕνα τραγικὸ σφάλμα ἀφοῦ ἕνα ἔντυπο ἔχει συχνὰ ὣς καὶ ἑκατομμύρια δέκτες, πολλὲς φορὲς γιὰ χρόνια καὶ γιὰ αἰῶνες ἀργότερα.
Τίθεται τὸ ἐρώτημα τῆς ἀποκωδικοποίησης: εἶναι δυνατὸν ὁ δέκτης νὰ σκέπτεται συνεχῶς τοὺς κανόνες τῆς γραμματικῆς ὥστε νὰ ἑρμηνεύει ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ τὴν περισπωμένη τοῦ ρωτῶ σὰν πρῶτο πρόσωπο ρήματος (ἀντίθετα μὲ λέξεις ὅπως Ἐρατώ, Πεζώ, εὐρώ); Ὄχι βέβαια. Τὸ μυαλὸ συγκρατεῖ ὀπτικὰ μοτίβα, καὶ τὰ χρησιμοποιεῖ τελείως αὐτόματα ὅταν ἀποκωδικοποιεῖ, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ ἀναγνωρίζουμε ἕνα ἄτομο ποὺ ξέρουμε καλὰ μὲ τὴν πρώτη ματιά (ἢ ποὺ ἀναγνωρίζουμε ἕνα ἔργο τοῦ Μπάχ). Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο μποροῦμε καὶ ἐπιταχύνουμε τὴν ἀνάγνωση κειμένου. Αὐτὰ τὰ ὀπτικὰ μοτίβα λείπουν ἀπὸ τὸ μονοτονικὸ σύστημα ποὺ ἐξομοιώνει τὰ πάντα: σε ρωτώ, Ερατώ, πόσα ευρώ χρωστώ; ἀντὶ σὲ ρωτῶ, Ἐρατώ, πόσα εὐρὼ χρωστῶ;
Ἕνα θεμελιῶδες ἐρώτημα τῆς θεωρίας τῆς πληροφορίας εἶναι ἡ εὕρεση τοῦ ἰδανικοῦ ποσοῦ πληροφορίας ποὺ πρέπει νὰ παρέχει ὁ πομπὸς γιὰ νὰ βελτιστοποιηθεῖ ἡ ἀποκωδικοποίηση ἀπὸ τὸν δέκτη. Στὴν περίπτωση τῆς γραφῆς, ὅμως, αὐτὴ ἡ ἰσορροπία ἔρχεται ἀπὸ μόνη της μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου. Ἀκριβῶς, ἡ διαρκὴς καὶ κοινὴ χρήση διὰ μέσου τῶν αἰώνων σταθεροποιεῖ ἕνα σύστημα ἐπικοινωνίας, καὶ τὸ κάνει συστατικὸ τῆς ψυχῆς μιᾶς κοινωνίας. Αὐτὸ καὶ ἔγινε μὲ τοὺς τόνους καὶ τὰ πνεύματα ὅπως τὰ γνωρίζουμε, στὰ ὁποῖα κατέληξε ἡ ἑλληνικὴ γραφὴ μετὰ ἀπὸ συνεχὴ χρήση 17 αἰώνων. Τὴ φυσικὴ αὐτὴ ἰσορροπία ἦρθε νὰ διαταράξει τὸ μονοτονικό, «χάριν τῆς προόδου», βασιζόμενο στὴν τελείως λανθασμένη ἄποψη ὅτι ἡ γραφὴ εἶναι ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο ἀναπαράσταση τοῦ προφορικοῦ λόγου καὶ ἄρα ὁτιδήποτε μὴ «φωνητικὸ» εἶναι αὐτόματα ἄχρηστο. Τὸ συνηθισμένο ἐπιχείρημα τῶν μονοτονιστῶν ποὺ λέει ὅτι «στὰ γαλλικὰ οἱ τόνοι χρησιμεύουν διότι τὰ τονισμένα φωνήεντα προφέρονται διαφορετικά, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν συμβαίνει στὰ ἑλληνικὰ» βασίζεται σὲ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν λανθασμένη ἀντίληψη. Σίγουρα οἱ τόνοι στὰ γαλλικὰ εἶναι ἄλλου τύπου ἀπὸ τοὺς ἑλληνικούς (τουλάχιστον ὅσον ἀφορᾶ στὰ γράμματα é, è ἐνῷ τὰ à καὶ ù προφέρονται ἀκριβῶς ὅπως τὰ ἀντίστοιχα ἄτονα), ἀλλὰ γεγονὸς εἶναι ἐπίσης ὅτι οἱ τόνοι (τὰ «διακριτικὰ σημεῖα») καὶ τῆς ἑλληνικῆς καὶ τῆς γαλλικῆς χρησιμεύουν ἐπίσης στὸν γραπτὸ λόγο γιὰ νὰ ἐπιταχύνουν τὴν εὐκολότερη ἀναγνώριση τῶν λέξεων, τῆς μορφολογίας καὶ τῆς σύνταξής τους. Ἄλλωστε, ἕνα τέτοιο ἐπιχείρημα ἔχει καὶ τὰ ὅριά του: τὰ γαλλικὰ ἔχουν γράμματα ποὺ δὲν προφέρονται, τὰ ἀγγλικά, ποὺ θεωροῦνται «εὔκολη» γλῶσσα, δὲν σημειώνουν τοὺς τόνους καὶ ἔχουν προφορὰ συχνὰ ἀπρόβλεπτη, τὰ ἰαπωνικὰ χρησιμοποιοῦν κινεζικὰ ἰδεογράμματα τόσο μὲ τὴν προϋπάρχουσα τῆς γραφῆς ἰαπωνικὴ προφορὰ ὅσο καὶ μὲ τὴν κινεζικὴ προφορὰ ποὺ εἰσήχθη ταυτόχρονα μὲ τὴν γραφὴ καὶ ποὺ εἶναι ὅλως διόλου διαφορετική, τὰ ρώσσικα ἀλλάζουν τὸ ο σὲ α ὅταν δὲν τονίζεται ἀλλὰ δὲν σημειώνουν τὸν τονισμό, κ.λπ.
Τὸ θέμα τῆς «χρησιμότητας» τῶν τόνων εἶναι ὕποπτο, ἂν ὄχι καὶ ἐπικίνδυνο.

1. Πρῶτο, γιατὶ δὲν εἶναι σίγουρο πὼς ἡ χρησιμότητα εἶναι, ἐπιστημολογικὰ τουλάχιστον, ἕνα χρήσιμο ἐπιχείρημα (μπορεῖ κανεὶς εὔλογα νὰ ρωτήσει γιατί, ἄραγε, νὰ χρειάζεται ἡ χρησιμότητα!).
2. Δεύτερο, δὲν εἶναι σίγουρο πὼς χρησιμότητα σημαίνει καὶ οἰκονομία τῶν ἐπικοινωνιακῶν στοιχείων· μπορεῖ κανεὶς νὰ παραθέσει ἀμέτρητα παραδείγματα ὅπου ὑπάρχει πολλαπλασιασμὸς τῶν στοιχείων τοῦ κώδικα ἐπικοινωνίας, χρησιμεύοντας, ἀκριβῶς στὸ νὰ καταστεῖ εὐκολώτερη, ἀποτελεσματικότερη καὶ βεβαιότερη ἡ ἐπικοινωνία (τὰ ἄρθρα δὲν χρειάζονται πάντα (ὑπάρχουν γλῶσσες ποὺ ἔχουν μόνον ἕνα, ὅπως ἡ ἀγγλική), ἡ συμφωνία στὸν ἀριθμὸ ἢ στὶς καταλήξεις εἶναι συχνὰ περιττές (στὴν ἁπλὴ φράση, γιὰ παράδειγμα : «τὰ παιδιὰ παίζουν», ἔχουμε ἐπανάληψη τοῦ σημείου τοῦ πληθυντικοῦ τρεῖς φορές: στὸ ἄρθρο, στὸ οὐσιαστικὸ καὶ στὸ ρῆμα!)· θὰ μποροῦσε κανείς, μὲ γνώμονα πάντα τὴν χρησιμότητα/οἰκονομία νὰ προτείνει νὰ γράφουμε (καὶ νὰ λέμε) «τὰ παιδὶ παίζει» ἢ «τὸ παιδιὰ παίζει» ἢ «τὸ παιδὶ παίζουν»· ἡ ἀττικὴ σύνταξη κάποτε ἀνεχόταν «τὰ παιδία παίζει») κ.λπ. Στὸ γνωστικὸ ἐπίπεδο γνωρίζουμε μάλιστα πὼς ὁ ἐγκέφαλός μας εἶναι κατ᾿ ἐξοχὴν ὄργανο ποὺ στηρίζει τὴν σταθερότητα τῶν λειτουργιῶν του ἀκριβῶς στὸν πλεονασμό, τὸν πολλαπλασιασμὸ τῶν ἐναλλακτικῶν σεναρίων κατανόησης καὶ ἀπόκρισης, στὴν ἐπαλληλία τῶν ἐκδοχῶν (redondance). Καὶ εὐτυχῶς. Οἱ τόνοι, ἀκόμη καὶ στὴν ὑποτιθέμενη «φωνολογικὴ ἀχρηστία» τους φέρουν στοιχεῖα ἐνδυνάμωσης τῆς δομικῆς σταθερότητας τῆς γλώσσας.
3. Τρίτο, ἂν πράγματι ἡ χρησιμότητα εἶναι τόσο βασικὸ ἐπιχείρημα γιὰ τὴν κατάργηση τῶν τόνων καὶ ἴσως καὶ τῶν πνευμάτων, ἀναρωτιέται δίκαια κάποιος μέχρι ποιόν βαθμὸ μποροῦμε νὰ τὴν νομιμοποιήσουμε (καὶ ὄχι μόνον στὴ γλώσσα, ἄλλωστε). Πολλοὶ ἔχουν μιλήσει γιὰ τὴν πολλαπλότητα τῶν ι/η/υ/οι/ει, τῶν ω/ο, τῶν ε/αι. Ἀλλὰ γιατί νὰ σταματήσουμε ἐκεῖ; Τὰ διπλᾶ γράμματα δὲν χρειάζονται ἐπίσης (ὑπάρχουν γλῶσσες ποὺ τὰ καταργήσαν μάλιστα, γιὰ ἕνα τέτοιο λόγο, ὅπως τὰ ρουμανικά), οὔτε ἐν πολλοῖς τὰ κεφαλαῖα, ἡ ἄνω τελεία δὲν φαίνεται νὰ εἶναι πιὰ τῆς μόδας...
4. Τέταρτο, συνήθως τὸ ἐπιχείρημα τῆς χρησιμότητας δὲν ἔχει μόνον ἁπλοποιητικὸ χαρακτήρα. Πράγματι, ἡ χρησιμότητα καὶ ἡ προτεραιότητα τοῦ προφορικοῦ λόγου θὰ ἔπρεπε ὄχι μόνο νὰ μᾶς ὁδηγήσουν σὲ ἁπλουστεύσεις, ἀλλὰ καὶ σὲ ἐπεκτάσεις. Γιὰ παράδειγμα, θὰ πρέπει νὰ εἰσάγουμε ἕνα σίγμα παχύ (ἔτσι ὅπως τὸ συναντᾶμε σὲ πελοποννησιακὴ διάλεκτο), ἀλλὰ καὶ ὅλες τὶς ἐκδοχὲς τῶν φωνημάτων ποὺ συναντᾶμε σὲ διάφορες διαλέκτους τοῦ τόπου μας (καὶ ποὺ δὲν εἶναι λιγότερο ἑλληνικές). Καί, ἐπιπλέον, νὰ προσθέσουμε στὸν γραπτὸ λόγο πλεῖστα ὅσα στοιχεῖα ποὺ νὰ ὑποδηλώνουν τὸν πλοῦτο τῆς προφορικῆς γλώσσας (μελωδία, ἔνταση, ρυθμὸ ἐκφώνησης, μοτίβα ἔμφασης καὶ ἐρώτησης, τονικότητες ποὺ βρίσκουμε σὲ πολλὰ σχήματα λόγου...). Αὐτά, σίγουρα θὰ χρειάζονται!
5. Πέμπτο, καὶ ἂς τελειώνουμε μ᾿ αὐτό, ἕνα τέτοιο ἐπιχείρημα —τῆς χρησιμότητας— ὁδηγεῖ γρήγορα στὸ ἀνησυχητικὸ ἐρώτημα τῶν ἄκρων. Ἂν τὸ «ρωτώ το άπειρο» εἶναι ἐνδιάμεσο ἀνάμεσα στὶς δύο ἄλλες γραφές, γιατὶ νὰ πιστεύουμε ὅτι ἡ διαδικασία ἁπλοποίησης θὰ σταματήσει στὸ μονοτονικό; Γιατί νὰ σημειώνουμε, τελικά, τοὺς τόνους (πολλὲς γλῶσσες δὲν τοὺς σημειώνουν, ὅπως ἤδη τὸ ἀναφέραμε, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη πολλὰ στοιχεῖα τοῦ προφορικοῦ λόγου δὲν τὰ σημειώνουμε ἔτσι κι ἀλλιῶς γράφοντας); Ἄλλωστε, μία λατινικῆς βάσης γραφὴ γιὰ ὅλη τὴν Εὐρώπη θὰ εἶναι μιὰ οἰκονομικότατη λύση ποὺ θὰ συμβιβάζει τὰ ἀγγλικὰ μὲ τὰ οὑγγρικὰ καὶ τὰ φινλανδικά, τὰ βουλγάρικα μὲ τὰ ἑλληνικὰ καὶ γιατί ὄχι, αὔριο, καὶ τὰ γαλλικὰ μὲ τὰ τουρκικά.

Δυστυχῶς, πολὺ λίγοι ἀπὸ τοὺς στέντορες τῆς προτεραιότητας τῆς προφορικῆς γλώσσας σκέφτηκαν ἐπικοινωνιακὰ καὶ σημειολογικὰ καὶ ὄχι μόνον γλωσσολογικά. Πολὺ λίγοι εἶναι αὐτοὶ ποὺ πρὶν φτάσουν στὸ εὐκολο ζήτημα τῆς χρησιμότητας (ποὺ στὴν οὐσία εἶναι ὁλοκληρωτικὸ ἐργαλεῖο μὲ μορφὴ ἐπιχειρήματος, μιὰ ποὺ θὰ πρέπει κανεὶς νὰ ἀποδείξει τὴν χρησιμότητα μὲ ὅρους ἐμπράγματους, ἄμεσους, ποσοτικούς, καὶ ἀναποκρινόμενους στὴν κοινὴ δόξα τῆς χρησιμότητας) σκέφτηκαν πὼς ὁ γραπτὸς λόγος, ἀκριβῶς γιατὶ ἔχει παράδοση καὶ χρήση καὶ διάδοση, ἀποτελεῖ αὐτόνομο σημειολογικὸ σύστημα ποὺ δὲν ἔχει πιὰ παρὰ λίγα νὰ κάνει μὲ τὸν προφορικὸ λόγο. Σίγουρα ὑστερεῖ σὲ πολλὰ ὡς πρὸς τὸν τελευταῖο· ἀλλὰ καὶ ὁ προφορικὸς ὑστερεῖ ὡς πρὸς τὸν γραπτό. Ἂν ἦταν ἰσοδύναμοι, ἂν ὁ ἕνας δὲν ἔγινε παρὰ γιὰ νὰ ἀναπαραστήσει ἐπακριβῶς τὸν ἄλλο, σίγουρα, μὲ τὸν καιρό, δὲν θὰ ὑπῆρχε παρὰ μονάχα ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς δύο (ὅπως μιὰ γλῶσσα ὑποκαθιστᾶ μιὰν ἄλλη). Ὀρθῶς ὁ Umberto Eco τονίζει πὼς σήμερα, μὲ τὴν χρήση τοῦ διαδικτύου, ὁ ἄνθρωπος ξαναγίνεται γουτεμβέργειος. Οἱ δύο λόγοι, γραπτὸς καὶ προφορικός, ἀναποκρίνονται σὲ διαφορετικὲς ἐπικοινωνιακὲς ἀνάγκες πού, ἀναπτυσσόμενες, κάνουν τοὺς χρῆστες τους νὰ ἀναπτύσσουν αὐτόνομες σημειολογικὲς ἁρμοδιότητες. Μὲ ἄλλα λόγια : σίγουρα ὑπάρχει σχέση ἀνάμεσα στὸν προφορικὸ καὶ τὸν γραπτὸ λόγο· ὅμως τὰ συστήματα εἶναι αὐτόνομα καὶ μπορεῖ κανεὶς νὰ γνωρίζει τὸ ἕνα χωρὶς νὰ ἀναφέρεται στὸ ἄλλο. Μπορῶ νὰ μιλάω καλὰ ἀλλὰ νὰ γράφω ἄσχημα ἢ τὸ ἀντίστροφο, μπορῶ νὰ ξέρω νὰ γράφω ἢ νὰ διαβάζω μιὰ γλῶσσα ἀλλὰ ὄχι καὶ νὰ τὴν μιλάω κ.λπ. (ποιός ἀπὸ μᾶς μιλᾶ, ἄλλωστε, ἀρχαῖα ἑλληνικά;).
Συνοψίζοντας, θὰ λέγαμε πὼς τὸ ἐπιχείρημα τῆς προτεραιότητας τῆς προφορικῆς γλώσσας, ἰδιαίτερα ὅταν τέμνει αὐτὸ τῆς χρησιμότητας, βάζει σὲ παρένθεση τὴν σημειολογικὴ καὶ ἐπικοινωνιακὴ συνθετότητα τοῦ προβλήματος τοῦ γραπτοῦ ἰδιώματος, στὸ ὁποῖο ὅμως στηρίζεται τὸ κάθε ἐπιχείρημα ὑπὲρ ἢ κατὰ τοῦ πολυτονικοῦ.

Ἡ ἱστορικὴ συνέχεια

Οἱ τόνοι καὶ τὰ πνεύματα ἐπινοήθηκαν τὴν ἐποχὴ ποὺ ἄλλαζε ἡ προφορὰ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καὶ οἱ γλωσσολόγοι τῆς ἐποχῆς ἤθελαν νὰ συγκρατήσουν μιὰ γραπτὴ ἀπόδοση αὐτῆς τῆς προφορᾶς. Σὲ παλαιότερη ἐποχὴ τοῦ Ἑλλληνισμοῦ, τὸ τελικὸ Ω τοῦ ρήματος ΕΡΩΤΩ προφερόταν διαφορετικὰ ἀπὸ αὐτὸ τοῦ ὀνόματος ΕΡΑΤΩ. Αὐτὴ τὴ διαφορὰ εἰσήγαγαν στὴ γραφὴ οἱ ἐπινοητὲς τῶν τόνων γράφοντας ῶ στὴ πρώτη περίπτωση καὶ ὼ ἢ ώ στὴ δεύτερη. Ὅσο γιὰ τὴ δασεία, αὐτὴ ἦταν οὐσιαστικὰ ἕνα γράμμα ποὺ προφερόταν παλαιότερα πάνω-κάτω ὅπως τὸ γερμανικὸ h (καὶ γραφόταν Η). Ὅταν ἔπαψε νὰ προφέρεται, ἄρχισε νὰ χρησιμοποιεῖται ἡ δασεία σὰν πιὸ διακριτικὸς τρόπος γιὰ νὰ σημειωθεῖ ἡ θέση τοῦ Η. Ἡ δὲ ψιλὴ ἦταν τὸ συμμετρικὸ τῆς δασείας: ἡ ἔλλειψη τοῦ παλαιότερου Η. Ἡ ἐπινόηση τῆς ψιλῆς ἦταν σοφὴ ἰδέα: ἂν ὑπῆρχε μόνο δασεία θὰ δινόταν ὑπερβολικὴ σημασία στὸ γράμμα ποὺ ἀντικαθιστοῦσε· μέσα ἀπὸ τὴ συμμετρία ψιλὴ/δασεία τὸ μάτι βλέπει πάντα ἕνα πνεῦμα ποὺ τοῦ ἐπιτρέπει νὰ ἀναγνωρίσει ἀμέσως τὸ ἀρχικὸ φωνῆεν ἢ τὴν ἀρχικὴ δίφθογγο μιᾶς λέξης καί, ταυτόχρονα, μὲ πιὸ διακριτικὸ τρόπο, μαθαίνει ἂν ἡ λέξη ξεκινοῦσε παλαιότερα ἀπὸ Η, δηλαδὴ «δασυνόταν».
Χρησιμοποιώντας τόνους καὶ πνεύματα ἐπὶ τόσους αἰῶνες, ὁ ἑλληνικὸς λαὸς μετέφερε μέσα στὸν χρόνο τὸ γλωσσικὸ ἦθος μιᾶς παράδοσης. Εἶναι λοιπὸν τὰ σημεῖα αὐτὰ μιὰ γέφυρα ποὺ μᾶς συνδέει μὲ ἕνα ἀπώτερο παρελθόν. Ἕνα παρελθὸν ποὺ τυχαίνει νὰ εἶναι ἀρκετὰ ἔνδοξο, τουλάχιστον αὐτὸ πιστεύει ὅλος ὁ δυτικὸς κόσμος. Μπορεῖ ὁ Νεοέλληνας νὰ μὴν ἐνδιαφέρεται ἄμεσα γιὰ αὐτὸ τὸ παρελθόν, ἀφοῦ οἱ ἀντιξοότητες τῆς σημερινῆς ζωῆς εἶναι σίγουρα πολὺ καθοριστικὲς γιὰ τὴν ζωή του. Ἀλλὰ δὲν ἔχουμε τὸ δικαίωμα, ἀπὸ ἄγνοια, ραθυμία ἢ πολιτικὴ παραπλάνηση, νὰ στερήσουμε τὶς μελλοντικὲς γενεὲς ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν γέφυρα ποὺ τὶς συνδέει μὲ τὸ παρελθόν.
Ὁ Κεμὰλ Ἀτατοὺρκ κατάργησε τὸ ἀραβικὸ ἀλφάβητο τῆς ὀθωμανικῆς γλώσσας ἀκριβῶς ἐπειδὴ ἤθελε νὰ διακόψει τὴν ἱστορικὴ καὶ πολιτιστικὴ σχέση τῆς σύγχρονης Τουρκίας μὲ τὸ Ἰσλὰμ καὶ τὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία. Ὑπάρχει ἀνάγκη ἡ σύγχρονη Ἑλλάδα νὰ «ξεκόψει» ἀπὸ τὴν ἀρχαία καὶ ἀπὸ τὴν φιλολογικὴ παράδοσή της; Ἂν ναί, τότε πράγματι μπορεῖ κανεὶς νὰ δεῖ τὸ μονοτονικὸ σὰν τὸ πρῶτο βῆμα τῆς ἀνθελληνοποίησης καὶ τὴν στροφὴ πρὸς ἕνα γνωστὸ ἤδη τῦπο διεθνισμοῦ καὶ παγκοσμιοποιημένης κουλτούρας. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, σὲ κράτη ὅπως ἡ Γαλλία, οἱ πολιτικοὶ δὲν ἔχουν δικαιοδοσία πάνω στὴν γλῶσσα, γιὰ τὴν ὁποία, κύρια, γνωμοδοτεῖ ἡ Ἀκαδημία, καὶ ποὺ μὲ τὴν στάση της γίνεται καὶ ὁ φύλακας τῆς γλωσσικῆς (καὶ ὄχι μόνον) παράδοσης.
Οἱ γλωσσολόγοι τοῦ 200 π.Χ. δὲν ἦταν πιὸ ρομαντικοί, ἰδεαλιστές, ἢ πατριῶτες ἀπὸ τοὺς σύγχρονους. Ἂν κράτησαν ἕνα ἀποτύπωμα τῆς παλαιᾶς προφορᾶς μέσω τοῦ τεχνάσματος τῶν τόνων καὶ πνευμάτων ἦταν ἐπειδὴ αὐτὴ ἡ πληροφορία ἦταν ἄκρως χρήσιμη γιὰ τὴν κατανόηση τοῦ γραπτοῦ λόγου. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ δὲν ἔπαψε νὰ ἰσχύει τοὺς τελευταίους 20 αἰῶνες καὶ ἰσχύει ἀκόμα σήμερα.

Ὁ σεβασμὸς πρὸς τὶς μεγάλες μορφὲς

Ἡ Ἑλληνικὴ γλώσσα σφυρηλατήθηκε ἀπὸ μεγάλες μορφές: λογοτέχνες, ποιητές, Δασκάλους τοῦ Γένους. Κανεὶς δὲν ἀμφισβητεῖ τὴν ἀξία λογοτεχνῶν ὅπως ὁ Σεφέρης, ὁ Ἐλύτης, ὁ Ρίτσος, ποὺ ἐννοοῦσαν τὸν κόσμο μέσα ἀπὸ τὸ ἴδιο γλωσσικὸ ἰδίωμα μὲ μᾶς. Καὶ ὅμως οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες συνειδητὰ θέλουν νὰ ἀγνοοῦν ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, καὶ τόσοι ἄλλοι, νεώτεροι ἀλλὰ καὶ ἀρχαιότεροι, τάχθηκαν ὑπὲρ τῶν τόνων καὶ πνευμάτων. Εἶναι δυνατὸν οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ νὰ ἦταν μεγαλοφυεῖς ὅσον ἀφορᾶ στὴ λογοτεχνία καὶ τὴν ποίηση καὶ ταυτόχρονα ἀφελέστεροι καὶ ἀνευθυνότεροι ἀπὸ τὸν μέσο σύγχρονο Ἕλληνα ὅσον ἀφορᾶ τὴ γλώσσα; Μήπως, ὅταν μᾶς βολεύει, τοὺς ἐξυμνοῦμε, ἀλλιῶς τοὺς ἀπορρίπτουμε; Ἡ ἄποψη ἑνὸς κορυφαίου τεχνίτη τοῦ λόγου δὲ θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχει μεγαλύτερο βάρος ἀπὸ τὴ γνώμη ἑνὸς πολιτικάντη ἢ ἑνὸς ἐμπόρου ἐντύπων;
Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνον αὐτοί. Ἡ πρόσβαση στὰ κείμενα αὐτῶν ποὺ κατὰ τ᾿ ἄλλα ἀποτελοῦν τὰ διαχρονικὰ σύμβολα τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ γίνεται δυσκολότερη. Πράγματι, ἡ ἀναγνωσιμότητα τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν μειώνεται, μιὰ ποὺ καταντοῦν σχεδὸν ξένη γλῶσσα ἀκόμη καὶ γιὰ τοὺς ἕλληνες. Ἡ ἁπλοποίηση ἀποδεικνύεται, χρόνο μὲ τὸν χρόνο μονάχα ἁπλούστευση, πού, φτωχαίνοντας τὴ σχέση μας μὲ τὴν ἱστορία τῆς γλώσσας μας, μᾶς ἀποκόβει ἀπὸ τὴν παράδοσή μας τὴν ἴδια. Κατὰ παράδοξο τρόπο, τὰ πολυτονικὰ ἑλληνικὰ συνεχίζουν νὰ ζοῦν ἀτάραχα ἐκτὸς Ἑλλάδος, ὅπου ξένοι φοιτητὲς καὶ ἐραστὲς τοῦ πνεύματος τοῦ ἑλληνικοῦ δὲν διανοοῦνται νὰ διαβάσουν, νὰ γράψουν ἢ νὰ τυπώσουν μονοτονικά! (Μήπως —νὰ ἐπανέλθουμε λίγο καὶ πάλι— τὰ Ἐλγίνεια πρέπει νὰ παραμείνουν ἐκεῖ ὅπου τυπώνονται οἱ ἐκδόσεις τῆς Ὀξφόρδης οἱ ὁποῖες δὲν ἔχουν ἀκόμα βρεῖ ἐγχώριο ἕλληνα ἀνταγωνιστή τους, καὶ ὄχι νὰ ἔλθουν σὲ μιὰ ὑποκρινόμενη τὸ ἑλληνικὸ ἦθος μονοτονικὴ Ἑλλάδα;)

Ἡ σύνθεση τῶν λέξεων

Ἡ Ἑλληνικὴ γλώσσα ἀνέκαθεν χρησιμοποιοῦσε τὴ μέθοδο τῆς σύνθεσης τῶν λέξεων γιὰ νὰ ἐκφράσει, μὲ τρόπο σύντομο καὶ ἀκριβή, ἔννοιες καὶ νοήματα. Χάρη στὴν δασεία, ὁ Ἕλληνας ἤξερε ἂν ἀλλοιώνεται ἢ ὄχι τὸ σύμφωνο τοῦ πρώτου συνθετικοῦ: ἐφάμιλλος ἀλλὰ ἐπακριβής, καθημερινὴ ἀλλὰ κατήχηση. Ἡ κατάργηση τῆς δασείας δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ἔχει δύο συνέπειες γιὰ τὸν μονοτονίζοντα Νεοέλληνα: (α) τὴν ἀποφυγὴ δημιουργίας νέων συνθέτων λέξεων, (β) τὴν λανθασμένη σύνθεση λέξεων (ὅπως πενταήμερη ἀντὶ γιὰπενθήμερη, ἐνῶ συνεχίζουμε νὰ λέμε δεκαπενθήμερη). Καὶ στὶς δύο περιπτώσεις τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ἡ σοβαρὴ πτώχευση τῆς γλώσσας. Ἐκτὸς αὐτοῦ ἡ ἀπουσία ἐκμάθησης τῆς δασείας ὁδηγεῖ στὴν ἀδυναμία ἀναγνώρισης τῶν συνθέτων λέξεων: πῶς μπορεῖ κάποιος ποὺ δὲν διδάχτηκε ποτὲ τὴν δασεία νὰ διακρίνει ὅτι ἡ λέξη ἐφάμιλλη παράγεται ἀπὸ τὸν σύνδεσμο ἐπὶ καὶ τὸ οὐσιαστικὸ ἅμιλλα; Στερώντας τὸν κάθε Ἕλληνα ἀπὸ τὴν δυνατότητα νὰ ἐτυμολογήσει τὶς λέξεις καταλήγουμε στὴν λυπηρὴ ἀντίληψη ὅτι ἡ γλώσσα εἶναι ἀντικείμενο μελέτης τῶν γλωσσολόγων καὶ μόνο, καὶ ὅτι ἀρκεῖ γιὰ τὸν μέσο Ἕλληνα νὰ ἔχει κάποιες ἐλάχιστες γνώσεις πάνω στὴν γλώσσα του ποὺ νὰ τοῦ ἐπιτρέπουν νὰ συνεννοεῖται στὶς καθημερινές του συναλλαγές, καὶ τίποτ᾿ ἄλλο. Ἀπομακρύνοντας τὸν μέσο Ἕλληνα ἀπὸ τὴν κατανόηση τῶν μηχανισμῶν τῆς γλώσσας του ἐλαττώνουμε τὶς πιθανότητες ἐπιβίωσής της μπροστὰ στὴν ὁλοένα αὐξανόμενη πίεση τῶν ξένων, πρακτικὰ καὶ ποσοτικὰ ἰσχυροτέρων, γλωσσῶν.

Ἡ ποιότητα ζωῆς

Τὸ ἆγχος καὶ ἡ πολυπλοκότητα τῆς σύγχρονης ζωῆς μᾶς σπρώχνουν νὰ ἀσχολούμαστε συχνὰ μόνο μὲ τὰ τελείως ἀπαραίτητα γιὰ τὴν ἐπιβίωση. Εἶναι ὅμως ζωτικὴ ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἀναζητεῖ μιὰν ποιότητα ζωῆς ποὺ ἀντισταθμίζει τὸ στρὲς τῆς καθημερινότητας. Εἴτε στὸ φαγητὸ ποὺ τρῶμε, στὸ χῶρο ποὺ ζοῦμε καὶ ἐργαζόμαστε, στὴν ἔνδυσή μας, στὰ θεάματα ποὺ βλέπουμε, στὰ ἄτομα ποὺ συναναστρεφόμαστε, ἀναζητᾶμε τὸ ποιοτικὰ καλύτερο. Τὸ πολυτονικὸ προσφέρει αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴν ποιότητα στὸ ἐπίπεδο τῆς γλώσσας. Σὲ μιὰν ἐποχὴ ὅπου ὅλα πρέπει νὰ εἶναι γρήγορα καὶ ἀποδοτικά, ἡ χρήση τῶν ἐκ πρώτης ὄψεως περιττῶν τόνων καὶ πνευμάτων εἶναι μιὰ ἀνάπαυλα, μιὰ δόση φαντασίας ποὺ μᾶς κάνει περισσότερο ἀνθρώπους καὶ λιγότερο μηχανές. Εἶναι ἀκόμη μιὰ ἄσκηση αἰσθητικῆς καὶ μιὰ θεληματικὴ ἐγρήγορση ἀπέναντι σ᾿ ἕναν κόσμο ποὺ ἐπιμένουμε νὰ τὸν θέλουμε. Οἱ κάποιες στιγμὲς ποὺ θὰ χρειαστοῦμε, λόγου χάρι, γιὰ νὰ βροῦμε ἂν μιὰ λέξη δασύνεται, εἴτε κοιτάζοντας στὸ λεξικὸ εἴτε συμβουλευόμενοι κάποιο ἄλλο ἄτομο, μᾶς μεταφέρουν ἀπὸ τὸ ἄμεσο παρὸν στὴ διαχρονικότητα τῆς γλώσσας μας. Καὶ ἡ διαχρονικότητα εἶναι τὸ κλειδὶ τῆς ψυχικῆς ἰσορροπίας τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου ποὺ ἔχει νὰ ἀντιμετωπίσει τὴν καλπάζουσα παγκοσμιοποίηση, τὴν ἰλιγγιώδη ἐξέλιξη τῶν τεχνολογιῶν, τὰ ἀνελέητα ΜΜΕ, κ.λπ. Οἱ ἔμποροι τῆς εὐεξίας καὶ τῆς κρίσης ταυτότητας μᾶς πουλᾶνε σοφρολογίες, βιολογικὰ τρόφιμα, οἰκολογικοὺς τρόπους ζωῆς καὶ ἰδεολογίες new age γιὰ νὰ βροῦμε τὴν περιπόθητη (καὶ ἀκριβοπληρωμένη) αὐτὴ ψυχικὴ ἰσορροπία. Κι ὅμως ἡ φροντίδα τῆς γλώσσας ποὺ μιλᾶμε καὶ γράφουμε εἶναι ἕνα ἐξίσου καλὸ —ἂν ὄχι καλύτερο— φάρμακο, τελείως δωρεὰν καὶ δίχως παρενέργειες. Καὶ αὐτὸ γιατὶ ὁ τρόπος ποὺ ἀντιλαμβανόμαστε τὸν κόσμο μέσα στὸν ὁποῖο ζοῦμε εἶναι ἀλληλένδετος μὲ τὴν γλώσσα ὅπου σκεπτόμαστε, μιλᾶμε καὶ γράφουμε. Τὰ ὅρια τοῦ κόσμου μας εἶναι αὐτὰ ἀκριβῶς τὰ ὅρια τῆς γλώσσας μας. Ὅσο πιὸ φτωχή, συγκεχυμένη καὶ ἀσυνάρτητη εἶναι ἡ γλώσσα μας, τόσο πιὸ φτωχή, συγκεχυμένη καὶ ἀσυνάρτητη εἶναι ἡ ζωή μας. Ὀμορφαίνοντας τὴν γλώσσα, οἱ τόνοι καὶ τὰ πνεύματα ὀμορφαίνουν τὴν ζωή μας.

Δύο (ἠθελημένες;) παρεξηγήσεις

Πρώτη παρεξήγηση: τί ἐννοοῦμε ὅταν λέμε «τόνος»;

Ἔτσι ὀνομάζεται ἡ φωνητικὴ ἐνέργεια τοῦ νὰ τονίζει κανεὶς (εἴτε μέσω ἀλλαγῆς ὕψους, εἴτε μέσῳ ἀλλαγῆς ἔντασης τοῦ ἤχου) τὸν προφορικὸ λόγο· ἀλλὰ ἔτσι ὀνομάζουμε ἐπίσης τὸ γραπτὸ σημάδι ποὺ βάζουμε πάνω (ἢ δίπλα) στὰ φωνήεντα. Οἱ μονοτονιστὲς ἠθελημένα καλλιεργοῦν τὴν σύγχυση μεταξὺ τῶν αὐτῶν ἐννοιῶν λέγοντας ὅτι ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει πλέον τὸ πρῶτο, δὲν χρειάζεται νὰ ὑπάρχει οὔτε τὸ δεύτερο. Λάθος: οἱ τόνοι ὡς γραφικὰ σημεῖα ναὶ μὲν ξεκίνησαν ὡς ἀναπαράσταση τῆς φωνητικῆς ἐνέργειας, ἀλλὰ σήμερα πλέον φέρουν ἄλλου τύπου πληροφορία: οἱ τόνοι μεταφέρουν πληροφορία μορφολογική (ἡ λέξη «τὰ ὡραῖα» παίρνει περισπωμένη ἑνῷ «ἡ ὡραία» παίρνει ὀξεία).

Δεύτερη παρεξήγηση: γιατί πρέπει ὅλες οἱ γλῶσσες νὰ λειτουργοῦν μὲ τὸν ἴδιο τρόπο;

Τὸ μονοτονικὸ στηρίζεται στὴν (ἐσφαλμένη) ἄποψη ὅτι πρέπει σὲ ὅλες τὶς γλῶσσες (γαλλική, γερμανική, βιετναμεζική, κ.λπ.) τὰ διακριτικὰ σημεῖα νὰ λειτουργοῦν μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, δηλαδὴ ὁ ρόλος τους νὰ εἶναι καθαρὰ φωνητικός.
Στὰ γερμανικὰ ὑπάρχει μόνο ἕνα διακριτικὸ σημεῖο (τὸ Umlaut) ποὺ ἔχει τὴν μορφὴ τῶν δικῶν μας διαλυτικῶν. Ἡ λειτουργία του εἶναι καθαρὰ φωνητική (τὸ a ἀπὸ α γίνεται ε, κ.λπ.). Στὰ γαλλικὰ ἔχουμε δύο διαφορετικὲς προσεγγίσεις: ὅσον ἀφορᾶ τὸ γράμμα e οἱ τρεῖς «τόνοι» é, è, ê ἀντιστοιχοῦν σὲ διαφορετικὰ φωνήματα· ἀλλὰ ὅσον ἀφορᾶ στὰ γράμματα a καὶ u, ἡ διαφορὰ μεταξὺ a/â u/û εἶναι φωνητικὴ ἐνῷ μεταξὺ a/à καὶ u/ù εἶναι μορφολογικὴ (a = γʹ ἑνικὸ τοῦ ρήματος avoir, à = πρόθεση «εἰς», ou = «ἢ», où = «ποῦ», «ὅπου»). Στὶς γλῶσσες τῆς κεντρικῆς Εὐρώπης, οἱ τόνοι χρησιμοποιοῦνται τόσο στὰ φωνήεντα ὅσο καὶ στὰ σύμφωνα καὶ διαφοροποιοῦν τὰ φωνήματα. Στὰ βιετναμεζικά, ὅπως καὶ στὰ κινεζικὰ πινγίν, οἱ πέντε τόνοι ἀντιστοιχοῦν σὲ πέντε μελωδικὰ μοτίβα. Αὐτὰ συμβαίνουν στὶς ἄλλες γλῶσσες.
Ἡ δική μας γλώσσα ὅμως λειτουργεῖ διαφορετικά. Στὴν ἑλληνικὴ τὰ μὲν πνεύματα μεταφέρουν πληροφορία ἐτυμολογικῆς φύσεως (ὁ «ἐπίτιμος» παίρνει ψιλὴ γιατὶ τὸ ἔψιλον ἀνήκει στὴν πρόθεση «ἐπὶ» ἐνῷ ὁ «ἑπόμενος» παίρνει δασεία γιατὶ προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα «ἕπομαι»), οἱ δὲ τόνοι μεταφέρουν πληροφορία μορφολογικὴ ὅπως εἴπαμε παραπάνω. Μπορεῖ λοιπὸν τὰ σημάδια αὐτὰ νὰ μὴν ἀλλάζουν τὴν προφορά, ἀλλὰ λειτουργοῦν μὲ ἄλλον τρόπο καὶ ἡ πληροφορία ποὺ μεταφέρουν εἶναι ἄλλης φύσεως.

Παρεμπιπτόντως: Ἡ γραφὴ τῶν ξένων λέξεων καὶ ὀνομάτων στὰ ἑλληνικὰ

Σημειώνουμε παρεμπιπτόντως ἕνα φαινόμενο τὸ ὁποῖο δὲν συνδέεται παρὰ ἔμμεσα μὲ τὴν χρήση τοῦ πολυτονικοῦ. Πρόκειται γιὰ τὴν γραφὴ τῶν ξενόγλωσσων λέξεων (ὀνομάτων, τοπονυμιῶν, κ.λπ.) στὰ ἑλληνικά. Μέχρι πρότινος χρησιμοποιεῖτο μία μέθοδος γραφῆς τῶν ξένων λέξεων ὅπου —ὄχι πάντα, ἀλλὰ σὲ πολλὲς περιπτώσεις— φαινόταν ἂν ἕνα φωνῆεν προφέρεται μακρὸ ἢ βραχύ στὸ ἑκάστοτε ξένο φωνητικὸ σύστημα. Χαρακτηριστικὰ παραδείγματα: ὁ Σαίξπηρ (ὁπου καὶ τὸ αι καὶ τὸ η εἶναι μακρά: Shakespeare) καὶ τὸ τέννις (ὁπου τὸ ε καὶ τὸ ι εἶναι βραχέα: tennis)· ὁ Λῶρενς (ὅπου τὸ ω εἶναι μακρό: Laurence) καὶ ἡ Λορραίνη (ὅπου τὸ ο εἶναι βραχὺ καὶ τὸ αι μακρό: Lorraine). Ὅπως ὅταν γράφουμε Ζὺλ γιὰ τὸ Jules καὶ Ζὶλ γιὰ τὸ Gilles δίνουμε μία παραπάνω πληροφορία πάνω στὴν πραγματικὴ προφορὰ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν —ἀκόμα καὶ ἂν τὸ γαλλικὸ u δὲν ἀνήκει στὴν ἑλληνικὴ φωνολογία καὶ ἂν τὸ ὕψιλον προφέρεται στὴ γλώσσα μας ἀκριβῶς ὅπως τὸ ἰῶτα—, ἔτσι γράφοντας Γκαῖτε ὁ Ἕλληνας ἀναγνώστης καταλάβαινε ὅτι ἡ πρώτη συλλαβὴ πρέπει νὰ προφερθεῖ μακρὰ καὶ ἡ δεύτερη βραχεία. Ἐπρόκειτο δηλαδὴ γιὰ «νεκρανάσταση» τῆς ἀρχαιοελληνικῆς ἰδιότητας τοῦ μήκους τῶν συλλαβῶν —καὶ τῆς ἀρχαιοελληνικῆς προφορᾶς τοῦ ὕψιλον σὰν γαλλικὸ u— μὲ σκοπό τὴν ἀναπαράσταση τῆς ξενόγλωσσης προφορᾶς χρησιμοποιώντας ἑλληνικὰ γραφήματα. Σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἡ ἑλληνικὸς δίφθογγος ἐπέζησε καὶ στὴν ἴδια τὴν ξένη γλώσσα: ὁ Βολταῖρος ἢ ὁ Μποντελαὶρ γράφονται μὲ αι γιατὶ καὶ στὰ γαλλικὰ τὸ ai τοῦ Voltaire καὶ τοῦ Baudelaire ὑποδηλώνει ὅτι ἡ συλλαβὴ εἶναι μακρά. Οἱ μονοτονιστὲς βέβαια θέλοντας νὰ μᾶς ἀπομακρύνουν ὅσο γίνεται ἀπὸ τὰ μακρὰ καὶ βραχέα φωνήεντα μᾶς ζητοῦν σήμερα νὰ γράφουμε ὅλα τὰ ξενόγλωσσα ε μὲ ἔψιλον: ὁ Σέξπιρ γράφεται ὅπως καὶ τὸ σέξ (ὁπου τὸ ε ὄντως εἶναι βραχύ), Βολτέρος, Μποντελὲρ, κ.λπ. Εἶναι εἰρωνεία ἡ ἑλληνικὴ δίφθογγος αι νὰ διασώθηκε στὰ ὀνόματα τῶν δύο αὐτῶν μεγάλων Γάλλων καὶ νὰ τὴν ἀπορρίπτουμε ἐμεῖς...